Βαγγέλης Βουτσινάκης
Παραμυθάκι

Αν κοιτάξεις έξω απ’ το παράθυρο θα αισθανθείς τη χλωμή ανάσα του Οκτώβρη να σκορπά γκρίζο στον ουρανό του Κυριακάτικου απομεσήμερου δίνοντας έναν ακόμα πιο βαθύ τόνο φθινοπωρινής μελαγχολίας στα φύλλα των δέντρων που ανεμίζουν ανάλαφρα στέλνοντας ρυθμικά ένα ανεπαίσθητο good bay.
Δεν άντεξε αυτό το καλοκαίρι, λύγισε στο πρώτο βοριαδάκι, τσάκισε στην πρώτη βραδινή ψύχρα· ούτε την πανσέληνο του Οκτώβρη καλά καλά δεν πρόλαβε, ούτε την παρέλαση της 28ης· φόρεσε βιαστικό το πρώτο μακρυμάνικο που βρήκε μπροστά του κι έφερε πρόωρα στο νου μυρωδιά ναφθαλίνης.
Κοιτάζω τα σύννεφα, στο βάθος, να ακουμπούν το γκρίζο βάρος τους πάνω στον Υμηττό· βλέπω τα φύλλα της βερικοκιάς, στην απέναντι παλιά εγκαταλελειμμένη μονοκατοικία, να ανεμίζουν σαν να κάνουν νεύματα στο πεύκο μπρος απ’ το σπίτι μου. Η χαρουπιά, δίπλα, στέκει ανέκφραστη, ακίνητη, μετρώντας καρτερικά το χρόνο να θρέψει η πληγή της απ’ το χτύπημα του περασμένου χιονιά που την άφησε μισή.
Ακουμπώ στο τζάμι το μέτωπο, κρύο, οι ζεστές ανάσες μου το θαμπώνουν λίγο – λίγο προκαλώντας με να ζωγραφίσω πάνω στην ψυχρή επιφάνεια όπως έκανα παιδί. Παίζω με τη συχνότητα τής αναπνοής, εισπνοή – εκπνοή, γρήγορα, αργά, γρήγορα, αργά, σταματώ, η θαμπάδα απλώνεται και μαζεύεται. Σαν να στέλνω κι εγώ σε μια ιδιότυπη διάλεκτο σήματα, σινιάλα, στα σύννεφα, στα δέντρα, στον Υμηττό, στο παλιό χαμόσπιτο απέναντι, ένα γύρω και παντού.
Βλέπω τη νύχτα αίφνης να κατηφορίζει -και ‘γω δεν ξέρω πόση ώρα έχει περάσει- σαν να έλαβε αυτή πρώτη τα σήματά μου, σαν να «έσπασε» εκείνη πρώτη τον κώδικά μου. ‘Ομως, όχι! Δεν ήταν αυτή ο αποδέκτης, ούτε ο συστημένος παραλήπτης αυτής της άτυπης μοναχικής μου επικοινωνίας!
Αν κάποιος ήθελα τους κώδικές μου να τους «σπάσει», κάποιος να πιάσει το S.O.S. της μοναξιάς μου, είναι μόνο το χέρι εκείνο το το αγαπημένο, αυτό, ν’ απλώσει ένα τρυφερό του χάδι πάνω στ’ αχτένιστα απ’ το πρωί μαλλιά μου και να προφτάσει εδώ το Κυριακάτικο απόβραδο του Οκτώβρη, μαζί να αισθανθούμε πίσω από το τζάμι σαν Αυγουστιάτικη αγκαλιά.
[Εμπνευσμένο απ’ το τραγούδι του Κώστα Λειβαδά «Εγώ σ’ αγάπησα εδώ» με ερμηνεύτρια την Ελένη Τσαλιγοπούλου, που έφερε στο νου μου έτσι ξαφνικά κάποια Κυριακάτικα απόβραδα].